Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεκπορθούμαι
ρήμα παθητικό εκπορθώ ρήμα μεταβατικό 1 espugna`re 2 ((figurato)) conquista`re εκπoρθώ την καρδιά μιας γυναίκας == conquistare il cuore di una donna permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |