Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεκκρεμής
επίθετο 1 che pende, pende`nte, sospe`so 2 ((figurato)) (in) sospe`so, pende`nte, insolu`tο εκκρεμές ζήτημα == questione in sospeso permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |