Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκ  
πρόθεση

1 ((letterario)) [di fronte a vocale, εξ] ([regge sempre il genitivo])+++(moto da luogo, provenienza) η αμαξοστοιχία εξ Αηνών έχει καθυστέρηση == il treno da Atene è in ritardo
2 (tempo) εξ αμνημονεύτων χρόνων == da tempi immemorabili
3 (origine) εξ αρίστης οικογενείας == di ottima famiglia
4 (mutamento) δούλοι εξ ελευθέρων == da liberi a schiavi
5 (mezzo) κρατήθηκε εκ του κιγκλιδώματος == si è retto alla ringhiera
6 (materia) στέφανος εξ ακανθών == corona di spine
7 (parte) εις εξ ημών == uno di noi
8 (causa) ανθρωπoκτoνία εξ αμελείας == omicidio colposo | εξαιτίας σου == per colpa tua, a / per causa tua+++εξ όψεως == di vista | εξ ακοής == per sentito dire | εκ του πλησίον == da vicino | εξ απρoόπτoυ == all'improvviso | εκ πείρας == per esperienza | εκ του μηδενός == da zero | εκ νέου == di nuovo | εκ φύσεως == di natura

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  έιτζ έκαστος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


εκ πείρας = per esperienza


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---