Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


είδωλο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 i`dolo ~m~, simula`cro ~m~
2 fisica imma`gine ~f~
3 ((figurato)) i`dolo ~m~, mode`llo ~m~ είναι το αγαπημένο είδωλο των νέων == è l'idolo più amato dai giovani

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ειδώλιο ειδωλολάτρης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---