Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έγκλειστος  
επίθετο

1 segrega`to; rinchiu`so κρατά την κόρη του έγκλειστη στο σπίτι==tiene la figlia segregata in casa
2 interna`to
3 carcera`to; reclu`so

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εγκλεισμός εγκλείω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---