GrecoItaliano


δύο  
απόλυτο αριθμητικό επίθετο

du`e

ιδυό
απόλυτο αριθμητικό επίθετο

variante di [δύο]

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το δωμάτιο με δύο κρεβάτια = camera [θηλ.] doppia || εδώ και δύο χρόνια = da due anni || κάνω στα δύο = fare a metà || δύο μποφόρ = mare [αρσ.] forza due



Sfoglia il dizionario




{{ID:DYO100}}
---CACHE---