Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διπλοκλειδώνω  
ρήμα μεταβατικό

serra`re a do`ppio giro; serra`re a do`ppia manda`ta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διπλοκλειδωμένος διπλόκοκκος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---