Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιοίκηση
ουσιαστικό θηλυκό 1 amministrazio`ne ~f~; direzio`ne ~f~ διοίκηση επιχειρήσεων==amministrazione aziendale 2 coma`ndo ~m~ διοίκηση Σωμάτων Ασφαλείας==comando delle forze dell'ordine 3 sede ~f~ amministrati`va 4 militare sede ~f~ del coma`ndo permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |