Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δικαστήριο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 tribuna`le ~m~; pala`zzo ~m~ di giusti`zia δικαστήριο ανηλίκων==tribunale per i minorenni
2 tribuna`le; corpo ~m~ giudica`nte το δικαστήριο έβγαλε την απόφαση==il tribunale ha emesso la sentenza
3 proce`sso ~m~; ca`usa ~f~ το δικαστήριο θα γίνει αύριο==il processo si svolgerà domani, domani si giudicherà la causa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δικαστήρια δικαστής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---