Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διεξοδικά  
επίρρημα

esaurienteme`nte; minuziosame`nte αναπτύσσω διεξοδικά ένα θέμα==sviluppare esaurientemente un argomento

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διεξέρχομαι διεξοδικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---