Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διασώζομαι
ρήμα παθητικό

salva`rsi; conserva`rsi διασώθηκαν ελάχιστα αποσπάσματα από τα ποιήματα της Σαπφούς==si sono salvati pochissimi frammenti delle poesie di Saffo

διασώζω  
ρήμα μεταβατικό

1 πρόσωπα salva`re; porta`re in salvo τους διέσωσαν οι πυροσβέστες==sono stati salvati dai vigili del fuoco
2 πράγματα conserva`re; preserva`re οι μοναχοί διέσωσαν πολλά αρχαία χειρόγραφα==i monaci preservarono molti manoscritti antichi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διασχισμένος διασώζων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---