Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διάλεκτος  
ουσιαστικό θηλυκό

1 linguistica diale`tto ~m~
2 lingua`ggio convenzio`nale η διάλεκτος των μηχανόβιων==il linguaggio dei motociclisti

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαλεκτολόγος διαλελυμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---