Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δεξιόχειρας  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

1 destro ~m~
2 destro`rso ~m~
3 destri`mane ~mf~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεξιότητα δεξιοχειρία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---