Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δέομαι  
ρήμα παθητικό

1 bisogna`re; necessita`re; ave`re biso`gno δέομαι βοηθείας==necessitare di aiuto
2 religione prega`re δέομαι για τις ψυχές των νεκρών==pregare per le anime dei morti

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεξτρίνη δέον  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---