Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βρύση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 rubine`tto ~m~
2 βρυσούλα fonta`na ~f~; fonte ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βρυόφυτο βρυχηθμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---