Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβάσιμος
επίθετο fonda`to; motiva`to βάσιμες υποψίες==sospetti fondati βασιμότατος επίθετο superlativo di [βάσιμος] βασιμότερος επίθετο comparativo di [βάσιμος] βασιμώτατος επίθετο superlativo di [βάσιμος] βασιμώτερος επίθετο comparativo di [βάσιμος] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |