Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόάυλος{1}
επίθετο 1 immateria`le; incorpo`reo 2 ((figurato)) ete`reo αυλός{2} ουσιαστικό αρσενικό musica fla`uto ~m~ ο «Μαγικός Αυλός»==il «Flauto Magico» permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |