Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άτομο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 fisica a`tomo ~m~ οι ελευθερίες του ατόμου==le libertà dell' individuo
2 πρόσωπο indivi`duo ~m~; perso`na ~f~ η διάσπαση τον ατόμου==la scissione dell'atomo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ατομίστρια ατομοκρατία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---