Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόασυλλογισιά
ουσιαστικό θηλυκό 1 sconsiderate`zza ~f~ 2 irriflessio`ne ~f~ 3 sconsiderate`zza ~f~ 4 sventate`zza ~f~ ασυλλοϊσιά ουσιαστικό θηλυκό variante di [ασυλλογισιά] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |