Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ασκέρι  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 ((popolare)) truppa ~f~; mili`zia ~f~; schie`ra ~f~
2 ((figurato)) gruppo ~m~ numero`so; stuo`lo ~m~; folla ~f~; schie`ra ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  άσκεπος άσκεφτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---