Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόΑσίζα
ουσιαστικό θηλυκό variante di [Ασίζη] Ασίζι ουσιαστικό θηλυκό variante di [Ασίζη] Ασσίζη ουσιαστικό θηλυκό variante di [Ασίζη] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |