Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αρχαιοπινέστατος
επίθετο

superlativo di [αρχαιοπινής]

αρχαιοπινέστερος
επίθετο

comparativo di [αρχαιοπινής]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αρχαιομάθεια αρχαιόπληχτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---