Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαθωράκιστος
επίθετο 1 non corazza`to; non blinda`to 2 ((figurato)) senza dife`se αθωράκιστος οργανισμός==organismo senza difesa permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |