Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποζητάω
ρήμα μεταβατικό variante di [αποζητώ] αποζητώ ρήμα μεταβατικό cercare; provare nostalgia; sentire la mancanza di qualcu`no αποζητά λίγη στοργή==cerca un po' d'affetto | αποζητώ τα αγαπημένα μου πρόσωπα==sento la mancanza dei miei cari permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |