Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απόλυτος  
επίθετο

1 assolu`to είναι απόλυτη ανάγκη να σας δω==ho assoluto bisogno di vedervi | απόλυτος άρχων==sovrano assoluto
2 assolu`to; incondiziona`to; pie`no; comple`to; illimita`to; tota`le ζήτησε απόλυτη ελευθερία κινήσεων==ha chiesto assoluta libertà d'azione | σου έχω απόλυτη εμπιστοσύνη==ho piena fiducia in te | έχεις απόλυτο δίκιο==hai assolutamente ragione
3 grammatica assolu`to αφαιρετική απόλυτος==ablativo assoluto | γενική απόλυτος==genitivo assoluto | απόλυτα αριθμητικά==numerali cardinali

απολυτός  
επίθετο

1 scio`lto
2 snoda`to

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απόλυτον απολυτρωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---