Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απόλυση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 licenziame`nto του γνωστοποίησαν την απόλυσή του==gli comunicarono il suo licenziamento
2 liberazio`ne ~f~; rila`scio ~m~ απόλυση αιχμαλώτων==liberazione dei prigionieri di guerra
3 militare conge`do ~m~
4 ecclesiastico fi`ne ~f~ della me`ssa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απολυόμενος απολυσσάω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---