Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποκρη§άτικος
επίθετο

variante di [αποκριάτικος]

αποκριάτικος  
επίθετο

del carneva`le; carnevale`sco

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποκρεύω απόκρημνα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---