Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποκηρύσσω
ρήμα μεταβατικό 1 sconfessa`re; rinnega`re; ripudia`re αποκήρυξε τα πιστεύω του==ha rinnegato i suoi ideali | αποκήρυξε τα νεανικά του έργα==ha ripudiato le sue opere giovanili 2 diritto ripudia`re; discono`scere αποκήρυξε το γιο του==ha ripudiato suo figlio 3 ecclesiastico scomunica`re αποκηρύττω ρήμα μεταβατικό variante di [αποκηρύσσω] αποκηρύχνω ρήμα μεταβατικό variante di [αποκηρύσσω] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |