Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποχαιρετάω
ρήμα μεταβατικό variante di [αποχαιρετίζομαι] αποχαιρετιέμαι ρήμα παθητικό variante di [αποχαιρετίζομαι] αποχαιρετίζω ρήμα μεταβατικό 1 accomiata`rsi; congeda`rsi; saluta`re (anda`ndosene) τον αποχαιρέτησε με δάκρυα==gli disse addio con le lacrime agli occhi 2 dire addi`o; abbandona`re αποχαιρέτησε τη νεότητα αποχαιρετώ ρήμα μεταβατικό lo stesso che [αποχαιρετίζω] αποχαίρομαι ρήμα παθητικό lo stesso che [αποχαιρετίζομαι] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |