Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαπληστία
ουσιαστικό θηλυκό 1 voracità ~f~; ingordi`gia ~f~ 2 insaziabilità ~f~ 3 ((figurato)) avidità ~f~; cupidi`gia ~f~; ingordi`gia ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |