αντικομμουνιστής
ουσιαστικό αρσενικό
politica anticomuni`sta ^mf^
αντικομουνιστής
ουσιαστικό αρσενικό
variante di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]
αντικομμουνίστρια
ουσιαστικό θηλυκό
1 femminile di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]
2 politica anticomuni`sta ~f~
ουσιαστικό αρσενικό
politica anticomuni`sta ^mf^
αντικομουνιστής
ουσιαστικό αρσενικό
variante di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]
αντικομμουνίστρια
ουσιαστικό θηλυκό
1 femminile di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]
2 politica anticomuni`sta ~f~
permalink
αντικομμουνιστής [ουσ αρσ ]
αντικομμουνίστρια [θηλ.ουσ]
αντικομουνιστής [ουσ αρσ ]
---CACHE---
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
