Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντέγκληση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 collisio`ne ~f~
2 di`sputa ~f~
3 dissi`dio ~m~
4 sco`ntro ~m~

αντέγκλησις
ουσιαστικό θηλυκό

forma arcaica di [αντέγκληση]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  άντε αντεγκλητικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---