Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ανεξέλεγκτος  
επίθετο

1 incontrolla`to ανεξέλεγκτη φήμη==voce incontrollata
2 incontrolla`bile ανεξέλεγκτα στοιχεία==dati incontrollabili | η πυρκαγιά μαίνεται ανεξέλεγκτη==l'incendio è al momento incontrollabile
3 non sogge`tto a contro`llo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ανεξάρτητος ανεξέλικτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---