Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αναπάντεχα  
επίρρημα

1 improvvisame`nte
2 a tradime`nto
3 di soprassa`lto
4 tra capo e collo

ανεπάντεχα
επίρρημα

variante di [αναπάντεχα]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναπαμός αναπάντεχο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---