Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόανάλογα
επίρρημα 1 proporzionalme`nte; in proporzio`ne (a) ανάλογα με τις περιπτώσεις==secondo i casi | ξοδεύω ανάλογα με τα έσοδά μου==spendo in proporzione alle mie entrate 2 dipe`nde; seco`ndo θα έρθεις μαζί μου; — ανάλογα==verrai con me? — dipende permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |