Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ανάληψη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 καθηκόντων assunzio`ne ~f~ ανάληψη καθηκόντων==assunzione di un incarico
2 χρημάτων prelie`vo ~m~
3 ecclesiastico Ascensio`ne ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναληπτικός αναλίσκω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---