Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαναλαμπή
ουσιαστικό θηλυκό 1 baglio`re ~m~; bale`no ~m~; la`mpo ~m~ 2 barlu`me ~m~ di intellige`nza; mome`nto ~m~ di lucidità permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |