Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›αναλυμένος

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

αναλυμένος  
επίθετο

participio passato del verbo [αναλύω]

αναλελυμένος
επίθετο

1 variante di [αναλυμένος]
2 participio passato del verbo [αναλύω]

permalink
‹ αναλυγκιάζω
αναλύομαι ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αναλογιστικός [επίθ.]
ανάλογος [επίθ.]
αναλογούμαι 3pl αναλογ...
αναλογώ {αναλογείς...
αναλυγκιάζω ipf αναλύγ...
αναλυμένος [επίθ.]
αναλύομαι ipf αναλυό...
ανάλυση {-ης κ. -ύ...
ανάλυσις gen αναλύσ...
αναλυτέος [επίθ.]
αναλυτής [ουσ αρσ ]
αναλυτικά [επίρ.]
αναλυτική [θηλ.ουσ]
αναλυτικός [επίθ.]
αναλυτικότατος [επίθ.]
αναλυτικότερος [επίθ.]
αναλυτικώς [επίρ.]
αναλυτικώτατος [επίθ.]
αναλυτικώτερος [επίθ.]
αναλυτός [επίθ.]


{{ID:ANALYMENOS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti