Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ανάλυση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 ana`lisi ~f~ πήγα το κρασί που φτιάξαμε για ανάλυση==ho chiesto un'analisi del vino che abbiamo prodotto
2 ana`lisi ~f~; esa`me ~m~ η ανάλυση ενός διηγήματος==l'analisi di un racconto
3 medicina ana`lisi ~f~; esa`me ~m~ ανάλυση αίματος==analisi del sangue | ανάλυση ουρών==esame delle urine
4 matematica fisica ana`lisi ~f~; esa`me ~m~

ανάλυσις
ουσιαστικό θηλυκό

forma arcaica di [ανάλυση]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναλύομαι αναλυτέος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η ανάλυση αίματος = analisi [θηλ. άκλ.] del sangue


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---