Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόανακοινώνω
ρήμα μεταβατικό annuncia`re; comunica`re; notifica`re ανακοινώνω μια είδηση==comunicare una notizia | ανακοίνωσαν τους αρραβώνες τους==hanno annunciato il loro fidanzamento | ο δικτάτορας ανακοίνωσε τη διάλυση της βουλής==il dittatore ha annunciato lo scioglimento delle camere permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |