Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αναβιώνω  
ρήμα μεταβατικό

far rivi`vere; far rina`scere; riporta`re in vita

αναβιώνω
ρήμα αμετάβατο

e`ssere riporta`to in vita μερικά ξεχασμένα έθιμα αναβίωσαν==sono state riportate in vita alcune usanze dimenticate

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αναβίβαση αναβίωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---