Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αμακατζής  
ουσιαστικό αρσενικό

1 leccapia`tti
2 sbafato`re
3 scroccato`re
4 scrocco`ne

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αμακαδόρος αμάλαγος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---