Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αλληλουχία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 successio`ne ~f~; concatename`nto ~m~
2 ((figurato)) ne`sso ~m~ lo`gico η αλληλουχία των γεγινότων==la successione degli eventi | ιδέες χωρίς αλληλουχία==idee prive di nesso logico

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αλληλούϊ§α! αλλιγάτορας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---