Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ακολουθώ  
ρήμα μεταβατικό

1 segui`re ο σκύλος του τον ακολουθούσε πιστά==il suo cane lo seguiva fedelmente
2 osserva`re; segui`re; attene`rsi a; conforma`rsi δεν ακολούθηκε πιστά τις οδηγίες==non si è attenuto fedelmente alle istruzioni
3 aderi`re a; segui`re ακολούθηκε το σοσιαλισμό==aderì al socialismo | ακολουθώ το παράδειγμα κάποιου==seguire l'esempio di qualcuno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ακολουθούμενος ακολουθών  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---