Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αιωνόβιος  
επίθετο

1 secola`re αιωνόβιες βελανιδιές==querce secolari
2 ((figurato)) longe`vo ένας αιωνόβιος γέροντας==un vecchio longevo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αιωνίως αιώρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---