Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόάγνοια
ουσιαστικό θηλυκό ignora`nza ~f~ έχει πλήρη άγνοια της κατάστασης==ignora del tutto la situazione; è all'oscuro di tutto | εν αγνοία μου==a mia insaputa permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαεν αγνοία κανέναν = all'insaputa di Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |