Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόΑγγελής
κύριο όνομα αρσενικό variante di [Άγγελος] άγγελος ουσιαστικό αρσενικό 1 messagge`ro ~m~; nu`nzio ~m~ 2 religione απουράνιος a`ngelo ~m~ ο φύλακας άγγελος==l'angelo custode 3 ((figurato)) perso`na ~f~ buo`na είσαι ένας άγγελος!==sei un angelo! 4 ((figurato)) perso`na ~f~ belli`ssima permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |