Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαχρείος
επίθετο turpe; abie`tto; osce`no; vile ένα αχρείο υποκείμενο==un turpe individuo | α, τον αχρείο!==che canaglia!; che farabutto! αχρειότατος επίθετο superlativo di [αχρείος] αχρειότερος επίθετο comparativo di [αχρείος] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |