Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαβαρία
ουσιαστικό θηλυκό 1 marineria avari`a ~f~ 2 ((per estensione)) danno ~m~; detrime`nto ~m~; gua`sto ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |