Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αβάπτιστος
επίθετο

variante di [αβάφτιστος]

αβάφτιγος
επίθετο

variante di [αβάφτιστος]

αβάφτιστος  
επίθετο

1 non battezza`to
2 ((per estensione)) non cristia`no; infede`le

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  άβαξ αβαρεσιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---